ΑΙΓΙΑΛΟΥΣΑ ΛΑΚΩΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ*
ΑΙΓΙΑΛΟΥΣΑ
Παρὰ θῖν᾽ ἁλὸς κωμόπολις τις ἔστι.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ (480 π. Χ. – 406 π. Χ.) “ΕΛΕΝΗ” 412 π.Χ..
Τεύκρος:- Όμως τα λόγια φτάνουνε
δεν θέλω διπλά να κλαίω γι᾽ αυτά και να στενάζω. […]
Με πρίμο αγέρι θα ταξιδέψω
στη θαλασσόζωστη να φτάσω Κύπρο,
που με χρησμό με πρόσταξεν ο Απόλλων.
Στράβων (64 π.Χ. – 19 μ.Χ.) […]
εἰς γὰρ Σαλαμῖνα ὑπέρβασις σταδίων ἑβδομήκοντα
εἶτ’ Ἀχαιῶν ἀκτή,
ὅπου Τεῦκρος προσωρμίσθη πρῶτον
ὁ κτίσας Σαλαμῖνα τὴν ἐν Κύπρῳ.
Αιγιαλούσα, παρά τον αιγιαλόν ούσα.Εδώ βρίσκεται μιά επτάλοφη κωμόπολη με πολύ βαθειές ιστορικές ρίζες. ‘Ενας γεωγραφικός χώρος μοναδικός με αρχέγονη ομορφιά. Πέρασε από εκεί ο Γ. Φραγκούδης και έγραψε: “Ο θέλων να ιδή εν Κύπρω ωραίας γυναίκας και άνδρες υψηλούς και ρωμαλέους ας επισκεφθή το Καρπάσιον και ιδία τας δύο μεγαλύτερας αυτού κώμας Γιαλούσα και Ριζοκάρπασον.” Ο Φραγκούδης στην Αιγιαλούσα συνάντησε, πήρε μαζί του και νυμφεύτηκε την ωραία Σοφία.
Πανδαισία χρωμάτων στην Αχαιών Ακτή, στην Αιγιαλούσα και τριγύρω. Στην Καλαμιά, τον Αρχάγγελο, την Αγία Τριάδα και τη Μελάναργα. Μεγαλόπρεπα τοπία, άγρια και ήμερη φύση, δαντελωτά ακρογιάλια και παντού θάλασσα. ”Πλήθος θαλάσσης· θάλασσα πλημμύρισε τον ουρανό με κέντημα χρυσό.” (Αιγιαλούσης επίσκεψις. Ποίημα Κ. Χαραλαμπίδη.) Στην Αχαιών Ακτή ο αέρας μυρίζει θαλάσσια αλμύρα, καθάριο οξυγόνο, πεύκο, σχίνα, θυμάρι και βασιλικό.
Εδώ το φως ποταμίζει. << Όσο φως ποταμίζει ανάμεσα μας, άλλο τόσο σκότος έρχεται και μας τυλίγει μέσα στα κύματα του. Πραγματικά η εποχή μας είναι η αποθέωση του φωτός μαζί με τον θρίαμβο της βαρβαρότητας.>> ** Ομιλία του Γυμνασιάρχου κ. Θεοδόση Νικολάου επί τη ενάρξει του σχολικού έτους 1972-1973. ΑΧΑΙΩΝ ΑΚΤΗ Περιοδικόν Γυμνασίου Αιγιαλούσης.
Η Αιγιαλούσα βρίσκεται σαράντα χιλιόμετρα δυτικά από το Ακρωτήρι του Αποστόλου Ανδρέα, του ανατολικότερου άκρου της Κύπρου. Από την πόλη της Αμμοχώστου την Βασιλεύουσα είναι περίπου πενήντα χιλιόμετρα βορειοανατολικά όπως θα πετούσε ένας ελεύθερος αετός. Εκεί πετάνε κάθε που βραδιάζει δέκα χιλιάδες ελεύθερες Αιγιαλούσιες ψυχές. Εκεί που σήμερα μέρα και νύχτα μαύρη σκοτεινιά πλακώνει τα πάντα.
«Γιατί είσαι όμορφη… Γιαλούσα. Σε σκέφτομαι στον ύπνο και στον ξύπνιο μου μάνα και αδελφή» Έγραψε η Κλαίρη Αγγελίδου (Αλίανθος 2001) που έζησε, αγάπησε και γέννησε στην Αιγιαλούσα.
ΔΟΞΑΖΩ ΤΗΝ ΑΙΓΙΑΛΟΥΣΑ
Δεν κλαίω για αυτά που μου ‘χουν πάρει.
Δεν κλαίω προδομένες τέσσερεις γενιές.
Χαίρομαι, γιορτάζω για τα είκοσι τα χρόνια
αυτά που έζησα παρά θιν’ αλός.
Δοξάζω και υμνώ τον τόπο μου.
Δοξάζω της Αιγιαλούσας τον αιγιαλό.
Μάνα, μάνα αεικίνητη μου θάλασσα.
Εκεί δελφίνια και γλάροι στα κύματα.
Ψηλά σε ουρανοδρόμους γαλανούς
αετίσια η ψυχή μου φτερουγίζει.
Δεν επιστρέφω… γιατί δεν έφυγα.
Είμαι εκεί στον γιαλό που έζησα.
Είμαι εκεί που δεν φοβούμαι τίποτα.
Είμαι εδώ που είμαι λέφτερος.
Αενάως θα είμαι, κόνις, παρά θιν’ αλός.
Μαζί με των Αχαιών το αρχαίο πνεύμα το αθάνατο.
*Ηλίας Παντελίδης, Αιγιαλούσιος, 17/08/2024
Νικόλας Γ. Ονουφρίου.
Ο Νικόλας της Άντρης και του Γιώργου Ονουφρίου (1957-2021) αγάπησε την Γιαλούσα που δεν γνώρισε. Το 1997 έγραψε το πιo κάτω κείμενο. Την αγάπη που είχε ο παππούς του Νίκος Ονουφρίου [Τζόγιας] (1936-2015) και ο πατέρας του για την όμορφη κωμόπολη μας, μεταλαμπάδευσαν στον έφηβο Νικόλα που γεννήθηκε το 1986 στην Λευκωσία. Ακολουθεί το πλήρες κείμενο, το οποίο σύντομα μέσω της ιστοσελίδας www.yialousa.eu θα ταξιδεύει στην οικουμένη, για να μάθουν, να γνωρίσουν οι νεότεροι και να θυμηθούν όσοι είχαν την ευτυχία και ευλογία να ζήσουν στην θαλασσοφίλητη κωμόπολη, την Αιγιαλούσα.
Νικόλας Γεωργίου Ονουφρίου. Μαθητής τμήματος Α3, Γυμνάσιο Σταυρού, Λευκωσία.
1) Η Αιγιαλούσα διαμέσου των εποχών
Η Αιγιαλούσα βρίσκεται στην επαρχία Αμμόχωστου στα ανατολικά της χερσονήσου Καρπασίας. Διασχίζεται από τον κύριο δρόμο που οδηγεί σε Ριζοκάρπασο και στο μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα. Είναι χτισμένη σε επτά μικρούς λόφους, βλέποντας την βόρεια θάλασσα. Το χωριό οφείλει το όνομα του στην θέση του που είναι δίπλα από την θάλασσα. Η κυπριακή λέξη για την θάλασσα είναι «γιαλός» και συμπεριλαμβάνεται στο όνομα του χωριού «το χωριό δίπλα από την θάλασσα». Λέγεται ότι το χωριό χτίστηκε στην περιοχή αυτή κατά την Βυζαντινή περίοδο. Απόδειξη είναι η βυζαντινή εκκλησία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ.
Τα πρώτα χρόνια.
Στα ανατολικά του χωριού βρίσκεται η περιοχή με την ονομασία «Μασσερκόνας». Σε αυτή την περιοχή λέγεται ότι έχτισαν την πόλη τους οι Αχαιοί του Τρωικού πόλεμο και την ονόμασαν Αχαιών Ακτή. Αργότερα λόγω των επιδρομών από τους Σαρακηνούς οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να ξαναχτίσουν το χωριό στην σημερινή τοποθεσία της Αιγιαλούσας. Άλλη απόδειξη για την αρχαία καταγωγή της Αιγιαλούσας είναι τα πολλά κλασικά ονόματα των κατοίκων. Κανένα άλλο χωριό στην Κύπρο δεν έχει τόσα πολλά ονόματα από την ελληνική μυθολογία. Δείγματα ονομάτων είναι: Ελένη, Μελπομένη, Μενέλαος, Ανδρομάχη, Περσεφόνη, Κυβέλη, Νέαρχος, Όμηρος, Νεοπτόλεμος, Οδυσσέας, Δαίδαλος, Ορέστης, Ηλέκτρα, Λυσιμάχη, Αριστείδης, Ευαγόρας, Αχιλλέας, Αριστοτέλης κτλ.
Τα τελευταία χρόνια.
Το 1850 ο πληθυσμός αριθμούσε 500 άτομα. Το 1911 αυξήθηκε στους 2520. Η καταγραφή του πληθυσμού που έγινε παγκύπρια έδειξε 2541 κατοίκους από τους οποίους 2540 Ελληνοκύπριοι και ένα Τουρκοκύπριος. Μεταξύ τον χρόνων 1911 και 1974 δεν υπήρξε σημαντική αύξηση του πληθυσμού γιατί πολλοί κάτοικοι λόγω οικονομικών δυσκολιών αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Αγγλία, Αυστραλία και στις Η.Π.Α.
Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ είναι ο πολιούχος άγιος του χωριού και λέγεται ότι έσωσε την εκκλησία από επιδρομές των Τούρκων το 1571. Ο νέος δρόμος προς το χωριό Ριζοκάρπασο άνοιξε το 1888 διαμέσου της Αιγιαλούσας και αντικατέστησε τον παλιό δρόμο από την πόλη της Αμμόχωστου μέσω του χωριού Γαληνόπορνη.
Πριν τη Τούρκικη εισβολή του 1974 στη Αιγιαλούσα υπήρχε ταχυδρομική υπηρεσία η οποία ιδρύθηκε το 1886, ιδιωτική τράπεζα (Ταμιευτήριο Η Αιγιαλούσα Λτδ), η οποία ιδρύθηκε το 1925, Τμήμα δασών, μετεωρολογικό κέντρο, νοσοκομείο, δύο δημοτικά σχολεία, εξατάξιο Γυμνάσιο, κινηματογράφος με την ονομασία «Ευαγόρας» και εργοστάσιο επεξεργασίας καπνού.
Το δημοτικό σχολείο άρχισε να λειτουργεί και πάλι μετά την Τούρκικη εισβολή (φθινόπωρο 1975) αλλά ο Τούρκικός στρατός άρχισε τους διωγμούς και έτσι δεν λειτούργησε έκτοτε. Σιγά-σιγά μέχρι το 1977 διώχτηκαν όλοι οι κάτοικοι του χωριού.
2) Πανηγύρια
Γενικά τα πανηγύρια ήταν μέρος της ζωής της ελληνικής κοινότητας από τα παλιά χρόνια. Τα δύο πανηγύρια που γίνονταν ήταν του Αρχάγγελου Μιχαήλ και της Αγίας Μαρίνας. Το μεγαλύτερο ήταν του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στις 6 του Σεπτέμβρη. Η εκκλησία βρισκόταν στο κέντρο και γύρω-γύρω υπήρχε αρκετός χώρος για τους πλανόδιους μικροπωλητές.
3) Οι εκκλησίες του χωριού
Λίγες από τις εκκλησίες του χωριού είναι οι εξής:
Αρχάγγελος Μιχαήλ
Αγία Μαρίνα
Παναγία (Ζωοδόχος Πηγή)
Αγιος Γεώργιος
Αγία Σολωμονή
Αγιος Θέρισσος
Οι ιερείς που λειτουργούσαν τις εκκλησίες μέχρι το 1974 είναι οι εξής:
Οικονόμος Νικόλαος Λοϊζίδης
Παπαλοϊζος Λοϊζίδης
Παπαγιάννης Οικονόμου
Παπαβρίλης
Παπανικόλας Τσίρτος
Παπαηλίας Χριστάκης
4) Σχολικές εγκαταστάσεις
Μέχρι το 1930 τα παιδιά πήγαιναν σχολείο σε δύο δωμάτια δίπλα από την εκκλησία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ.
Το 1938 κτίστηκε το πρώτο δημοτικό σχολείο. Ήταν ένα ωραίο κτίριο με κολόνες στη μπροστινή είσοδο και ένα μεγάλο κήπο. Το κτίριο ονομάστηκε «Κακούλλιον» επειδή χρηματοδοτήθηκε από μια γυναίκα η οποία ονομαζόταν Κακούλλα.
Το 1969 κτίστηκε και το δεύτερο δημοτικό σχολείο στην περιοχή Γλυκοποτάμι.
Οι δύο διευθυντές των δημοτικών σχολείων μέχρι το 1974 ήταν ο κ Πέτρος Μιξίδης και ο κ Ανδρέας Πογιατζής.
Το πιο κοντινό γυμνάσιο ήταν στην πόλη της Αμμόχωστου. Έτσι το 1948 έγιναν οι αρχικές σκέψεις για την ανέγερση γυμνασίου από τον κ Παύλο Ξιούτα σε συνεννόηση με τη χωρητική αρχή. Για να κτιστεί το κτίριο βοήθησαν όλοι οι χωριανοί μικροί και μεγάλοι. Το κτίριο εγκαινιάστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο τον Γ. Το 1950 ο πρώτος διευθυντής ήταν ο κ Παύλος Ξιούτα.
Στα 25 χρόνια της ζωής του το γυμνάσιο εξυπηρέτησε χιλιάδες μαθητές από την Αιγιαλούσα και τα γύρω χωριά της Καρπασίας. Μεταξύ των διευθυντών που υπηρέτησαν ήταν: ο κ Νίκος Παλλαρής, κ Λούης Δημητρίου, και ο κ Χριστόδουλος Καουτζιάνης οι οποίοι κατάγονταν από την Αιγιαλούσα.
5) Γενική βλάστηση
Η βλάστηση στην περιοχή της Αιγιαλούσας ήταν πολύ πλούσια λόγω των κλιματολογικών συνθηκών. Ευδοκιμούσαν οι χαρουπιές, οι ελιές, τα πεύκα, (δάσος Παναγιάς Ελεούσας και γενικά Αποστόλου Ανδρέα), ο καπνός, το κολοκάσι και γενικά όλων των ειδών λαχανικά. Για την επεξεργασία του καπνού κτίστηκε το 1966 ένα εργοστάσιο με την ονομασία Σ.Ο.Κ που σημαίνει (Συνεργατικός Οργανισμός Καπνοπαραγωγών)
6) Επαγγέλματα και ασχολίες των κατοίκων
Γενικά οι κάτοικοι ασχολούνταν με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Υπήρχαν όμως και παρά πολλοί που ασχολούνταν με το επάγγελμα του φούρναρη (4 άτομα), κουρείς (7 άτομα), χασάπηδες (12 άτομα), ξυλουργοί (15 άτομα), μηχανικοί αυτοκινήτων (6 άτομα), οδηγοί λεωφορείων, οδηγοί ταξί (40 άτομα), οδοντίατροι (2 άτομα), γενικοί παθολόγοι (5 άτομα ), στεγνοκαθαριστές (4 άτομα), δάσκαλοι δημοτικών σχολείων (10 άτομα), ψαράδες (15 άτομα), λαχανοπώλες (20 άτομα), φαρμακοποιοί (6 άτομα), τυπογράφοι (2 άτομο), ράφτες ( 12 άτομα), ταβερνιάρηδες (15 άτομα) ταξιτζήδες (10 άτομα), βιομήχανοι καπνού (6 άτομα).
7) Οι τελευταίες ημέρες της Αιγιαλούσας
Από το 1970 και μετά η Αιγιαλούσα ήταν αναμφισβήτητα η πρωτεύουσα της περιοχής Καρπασίας. Τα διάφορα κυβερνητικά γραφεία που λειτουργούσαν και εξυπηρετούσαν το χωριό και τα γύρω χωριά, ο εργατικός και φιλόξενος κόσμος, η προτομή του ήρωα της Ε.Ο.Κ.Α Σταύρου Στυλιανίδη ο οποίος σκοτώθηκε στις 18/8/1957 έδιναν μια ωραία όψη στο χωριό. Τα νέα για την εισβολή ήρθαν σαν κεραυνός. Ο κόσμος της Αιγιαλούσας δεν πίστευε ότι οι Τούρκοι μπήκαν στην Κύπρο.
Όλοι οι στρατεύσιμοι κατατάχθηκαν στο 376ον τάγμα πεζικού, στο στρατόπεδο των Ακράδων. Κατά τη δεύτερη εισβολή 14/10/1974 και με τη κατάληψη της Αμμόχωστου η περιοχή της Καρπασίας αποκόπηκε από τη ελεύθερη Κύπρο έτσι οι περισσότεροι κάτοικοι εγκλωβίστηκαν. Στις 17/8/1974 μια φάλαγγα Τούρκικων αρμάτων και στρατιωτικών φορτηγών έφθασαν στην Αιγιαλούσα και ορισμένα από αυτά κατευθύνθηκαν προς το χωριό Ριζοκάρπασο.
Τη Δευτέρα 19/8/1974 οι Τούρκοι λεηλάτησαν αρκετά καταστήματα και γενικά απειλούσαν τους πάντες. Αργότερα την ίδια μέρα έφθασαν περισσότεροι στρατιώτες μαζί με Τουρκοκύπριους στρατιώτες. Αφού διέταξαν τους θαμώνες να μαζευτούν στο κέντρο του χωριού, σε ένα καφενείο ένας Τουρκοκύπριος έβγαλε μια λίστα με ονόματα χωριανών. Φώναξαν τα ονόματα και όσοι ήταν εκεί τους συνέλαβαν. Τους υπόλοιπους τους πήραν από τα σπίτια τους.
Οι αγνοούμενοι του χωριού Αιγιαλούσα είναι:
1) Σάββας Καλλή Χατζηπαντελή – υπάλληλος ταμιευτηρίου
2) Στέλιος Νεοφύτου Σαββίδης – Απόδημος Αγγλίας
3) Παναγιώτης Κεμέκκης – μαθητής
4) Παύλος Ευαγόρα Χατζηδημήτρη – καθηγητής μουσικής
5) Τάκης Χατζηνικολάου – δικαστής
6) Οδυσσέας Ηλία – αστυνομικός
7) Μιχάλης Παράσχου – απόδημος Αγγλίας
8) Χρίστος Κοσμά – αστυνομικός
9) Πιερής Αδάμου – υπάλληλος Α.Η.Κ
10) Χριστόδουλος Καουτζιάνης* – καθηγητής
11) Κουμής Καραγιώργη* – γεωργός
12) Γιαννάκης Χαραλαμπούδης* – επιστάτης Σ.Ο.Κ.
( Σημείωση 25/11/2024:*Τα οστά των 9 από τους 12 αγνοουμένων έχουν ταυτοποιηθεί. Παραμένουν αγνοούμενοι ο Χριστόδουλος Καουτζιάνης, Κουμής Καραγιώργης και Γιαννάκης Χαραλαμπούδης.)
Ακολούθως στις 24/8/1974 οι Τούρκοι συνέλαβαν ακόμη 126 αιχμαλώτους, μεταξύ των οποίων ήταν ο πατέρας μου Γ. Ο. και ο παππούς μου Ν. Ο. Για δύο νύκτες τους κρατούσαν στο στρατόπεδο Ακράδων και ακολούθως τους μετέφεραν διαμέσου της Κερύνειας στις Τουρκικές κεντρικές φυλακές. Όλοι οι κάτοικοι της Αιγιαλούσας εκδιώχτηκαν στα επόμενα τρία χρόνια. Το 1977 η Αιγιαλούσα ερημώθηκε. Μέχρι σήμερα περιμένει τους κατοίκους της να επιστρέψουν.
8) Απόσπασμα μαρτυρίας αιχμαλώτου
32 μέρες αιχμαλωσίας
Εικοσιτέσσερις Αυγούστου 1974, ημέρα Κυριακή. Πέντε μέρες μετά την σύλληψη δεκατριών χωριανών μας από μια ομάδα Τούρκων στρατιωτών και Τουρκοκυπρίων πολιτών και που από τότε παραμένουν αγνοούμενοι. Ένας από αυτούς είναι και ο θείος μου Σάββας Χατζηπαντελή, αδελφός της μητέρας μου.
Μια συνηθισμένη καλοκαιρινή μέρα αλλά καμιά σύγκριση με τις προηγούμενες μέρες. Παντού επικρατούσε φόβος αφού όλοι περίμεναν τον τουρκικό στρατό να μπει στο χωριό από μέρα σε μέρα. Οι συζητήσεις για το τι συμβαίνει ήταν στο αποκορύφωμα τους. Οποιεσδήποτε σκέψεις για εγκατάλειψη του χωριού χάθηκαν αφού ήταν πλέον γνωστό ότι η πόλη της Αμμοχώστου είχε καταληφθεί από τα Τουρκικά στρατεύματα. Οι τελευταίοι Ελληνοκύπριοι στρατιώτες εγκατέλειψαν την περιοχή στις 16 – 17 Αυγούστου. Δύο οικογένειες που αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το χωριό τα κατάφεραν με μεγάλη δυσκολία. Οι υπόλοιποι δεν είχαν άλλη εκλογή από το να παραμείνουν στα σπίτια τους.
24/8/1974 10 π.μ. κατόπιν διαταγής των τουρκικών στρατευμάτων όλοι οι κάτοικοι του χωρίου μαζεύτηκαν στο περίβολο της εκκλησίας.
Τούρκοι αξιωματικοί έδωσαν διαταγή να διαχωριστούν τα γυναικόπαιδα και οι ηλικιωμένοι από τους άνδρες και αγόρια πάνω των 16 ετών.
Τα γυναικόπαιδα και οι ηλικιωμένοι αφέθηκαν ελεύθεροι να επιστρέψουν στα σπίτια τους ενώ οι υπόλοιποι πέρασαν μπροστά από μια επιτροπή Τούρκων και Τουρκοκυπρίων αξιωματικών οι οποίοι συνέλαβαν 110 άτομα. Μεταξύ αυτών ήμουν εγώ και ο πατέρας μου.
Επιβιβαστήκαμε σε λεωφορεία γύρω στις 7 το απόγευμα και μας μετέφεραν στο στρατόπεδο ΑΚΡΑΔΕΣ έξω από το χωριό Άγιος Ανδρόνικος Καρπασίας. Εκεί μας έβαλαν σε ένα υπόστεγο και μας ανάγκασαν όλους να καθίσουμε στο πάτωμα. Τοποθέτησαν ένα κουβά για ουρητήριο. Όσοι είχαν μουστάκι, τους ανάγκασαν να το ξεριζώσουν. Ήταν τυχεροί γιατί έτυχε να κρατώ ένα νυχοκόπτη τον οποίο χρησιμοποίησαν και έκοψαν σιγά-σιγά τα μουστάκια τους.
Στο στρατόπεδο ΑΚΡΑΔΕΣ μας κράτησαν για δύο μέρες χωρίς φαγητό. Ομάδα Τούρκων αξιωματικών έκαναν συνέχεια ανακρίσεις και ξυλοκοπούσαν όσους πίστευαν ότι είχαν ανάμειξη στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 και στο πόλεμο (εισβολή) που ακολούθησε.
Ένας Τουρκοκύπριος στρατιώτης πηγαινοερχόταν και κτυπούσε όποιον νόμιζε ότι τον εμπόδιζε. Δίπλα μου καθόταν ο κύριος Ν. Π. καθηγητής (φυσικομαθηματικός) του γυμνασίου Γιαλούσας. Για κάποιο λόγο ο Τουρκοκύπριος στρατιώτης τον έβαλε στο μάτι και συνεχώς τον κλοτσούσε. Σε μια περίπτωση δέχτηκα εγώ τις κλοτσιές στα πόδια η μια από τις οποίες κτύπησε και έκοψε το ένα από τα σάνταλα μου. Έτσι αναγκάστηκα να πετάξω και το άλλο και να περάσω τις υπόλοιπες μέρες χωρίς παπούτσια.
Στα αποχωρητήρια μας πήγαιναν ομαδικά (3 κάθε φορά) με συνοδεία Τούρκου στρατιώτη. Ήταν πολύ δύσκολο να δραπετεύσει κανείς.
Στις 26/8/1974 έφεραν 120 νέους αιχμάλωτους από το χωριό Ριζοκάρπασο και Αγία Τριάδα Αιγιαλούσης. Τους τοποθέτησαν και αυτούς σε δύο άλλα υπόστεγα. Τη νύκτα της 26ης Αυγούστου, έγιναν οι πιο φοβερές ανακρίσεις και ξυλοδαρμοί. Τρεις μέρες αιχμαλωσίας ανακρίσεις, κακουχίες, πείνα αλλά πάντα πιστεύαμε ότι το όλο συμβάν ήταν προσωρινό και σύντομα θα μας άφηναν να πάμε πίσω στα σπίτια μας.
Στις 27/8/1974 γύρω στις 7 το πρωί μας επιβίβασαν σε λεωφορεία, σύνολο 6, και με συνοδεία στρατιωτικών αυτοκινήτων πήραμε το δρόμο προς την Αμμόχωστο. Βασικά δεν είχαμε ιδέα που μας έπαιρναν. Να σημειωθεί ότι σε κάθε λεωφορείο υπήρχαν και τρεις οπλισμένοι Τούρκοι στρατιώτες έτσι δεν υπήρχε ελπίδα για να δραπετεύσει κανείς.
Αρκετά χιλιόμετρα μετά στρίψαμε δεξιά και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε το βουνό Πενταδάκτυλος και πιο συγκεκριμένα προχωρούσαμε προς το φρούριο της Καντάρας. Σε κάποια στιγμή τα προπορευόμενα στρατιωτικά αυτοκίνητα σταμάτησαν και έτσι αναγκάστηκαν όλοι να σταματήσουν. Από τα παράθυρα των λεωφορείων βλέπαμε να γίνονται διαβουλεύσεις μεταξύ 4 Τούρκων αξιωματικών. Εκείνη ακριβώς την στιγμή είδαμε να υπερίπταται από πάνω μας ένα ελικόπτερο των Ηνωμένων Εθνών. Σε λίγα λεπτά το ελικόπτερο προσγειώθηκε και δύο αξιωματικοί των Ηνωμένων Εθνών μας προσέγγισαν. Συζήτησαν έντονα με τους Τούρκους αξιωματικούς και ακολούθως ανέβηκαν για λίγα δευτερόλεπτα σε κάθε λεωφορείο χωρίς να πουν κουβέντα. Αφού τέλειωσαν την περιήγηση ανέβηκαν στο ελικόπτερο και την κατεύθυνση προς την Λευκωσία. Μετά από μια στάση δύο περίπου ωρών, η αυτοκινητοπομπή ξεκίνησε με κατεύθυνση το χωριό Δαυλό. Τα γύρω δάση ήταν καμένα. Οι βόμβες ναπάλμ δεν άφησαν τίποτα όρθιο.
Περάσαμε μέσα από το χωριό παίρνοντας το παραλιακό δρόμο προς την Κερύνεια. Πριν φθάσουμε στην πόλη Κερύνειας στρίψαμε αριστερά και πήραμε τον δρόμο προς την Λευκωσία. Φαίνεται ότι οι Τούρκοι είχαν σκέψεις να μας πάρουν στην Τουρκία αλλά με την εμφάνιση των Ηνωμένων Εθνών στο φρούριο της Καντάρας άλλαξαν γνώμη. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής βλέπαμε καμένα τανκς και στρατιωτικά αυτοκίνητα κατά μήκος του δρόμου.
Γύρω στις 7 το απόγευμα μπήκαμε στα προάστια της Λευκωσίας, φυσικά από την τουρκοκρατούμενη περιοχή και σε λίγα λεπτά φθάσαμε στην κεντρική παλιά Λευκωσία. Ξαφνικά εμφανίστηκε πλήθος Τουρκοκυπρίων παιδιά και ενήλικες, οι οποίοι με λύσσα κτυπούσαν με τα χέρια τους τα παράθυρα των λεωφορείων ουρλιάζοντας και ταυτόχρονα μας έβριζαν λέγοντας, σκοτώστε τους, σκοτώστε τους. Προσωπικά ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα φόβο. Τα λεωφορεία σιγά-σιγά προχώρησαν και σε λίγο φθάσαμε στο γκαράζ Παυλίδη. Εκεί σταθήκαμε σε σειρές και άρχισε η καταγραφή των αιχμαλώτων και σωματική έρευνα. Ο νυχοκόπτης που φάνηκε χρήσιμος στο στρατόπεδο των Ακράδων (κόψιμο των μουστακιών) πέρασε και αυτή την έρευνα.
Η όλη διαδικασία τέλειωσε γύρω στις 12 τα μεσάνυχτα. Εξουθενωμένοι από την κούραση προσπαθούσαμε να βρούμε κάποιο χώρο να καθίσουμε αλλά τίποτα. Οι αιχμάλωτοι ήταν τόσοι πολλοί που ήταν αδύνατο να χωρέσουν. Τα αποχωρητήρια ήταν πλημμυρισμένα από τις ακαθαρσίες. Η προσπάθεια μου επίσης ήταν να μην χάσω τον πατέρα μου και τους άλλους χωριανούς μου.
Σε κάποια στιγμή ακούσαμε διαμέσου των μεγάφωνων ένα Τούρκο αξιωματικό της αστυνομίας να καλεί τους αιχμαλώτους να πάνε προς την έξοδο και να ανεβούν σε λεωφορεία για να τους μεταφέρουν σε άλλους χώρους κράτησης. Βρεθήκαμε όλοι προ διλήμματος. Να μείνουμε ή να φύγουμε από εκείνο το άθλιο μέρος.
Όλοι είχαν κάποιο φόβο μέσα τους.
Να φύγουν και τι θα βρουν ;
Μήπως ήταν κάποια παγίδα των Τούρκων ;
Γιατί τέτοια ώρα θέλουν να μετακομίσουν αιχμαλώτους ;
Άραγε θα έπαιρναν τους εθελοντές σε καλύτερο μέρος ή θα τους σκότωναν ;
Ο πατέρας μου με τράβηξε πίσω και μου είπε. Θα μείνουμε πίσω μέχρι να ξημερώσει. Θα δυσκολευτούμε απόψε και θα δούμε τι θα κάνουμε αύριο. Αν έχουν καλό σκοπό οι Τούρκοι και θέλουν να μας πάρουν σε άλλα κρατητήρια θα συνεχίσουν και αύριο την μεταφορά αιχμαλώτων. Ενόσω μιλούσαμε μαζεύτηκαν και άλλοι συγχωριανοί μας και συζητήσαμε το θέμα ξανά. Συμφώνησαν και αυτοί με την απόφαση μας και έτσι τραβηχτήκαμε σε μια γωνιά κουλουριαστήκαμε ο ένας σχεδόν πάνω στον άλλο και περιμέναμε να ξημερώσει. Ήταν η τέταρτη μέρα χωρίς φαγητό.
Αιγιαλούσα
Αιγιαλούσα που με κάλλη είσαι πλουτισμένη
μας δίνεις καρπούς σαν μέλι.
Ανάμεσα στις δυο θάλασσες είσαι βαλμένη
και κει πάντα ριζωμένη.
————————————–
Αιγιαλούσα έχεις μεγάλο ριζικό
και λαμπρό πολιτισμό.
Τους δοξασμένους Αχαιούς έχεις πλαστουργούς
και Έλληνες δημιουργούς.
————————————–
Αιγιαλούσα είσαι της Καρπασίας ψυχομάνα
και της Κύπρου παραμάνα.
————————————–
Αιγιαλούσα δεν θα σε ξεχάσω
και μακριά σου δεν θα ησυχάσω.
Αιγιαλούσα θα προσμένω
του γυρισμού την μέρα θα αναμένω.
Ν. Γ. Ο.